Υπάρχουν κάποια καθημερινά πράγματα, μερικές
μικρές συνήθειες στις οποίες όλοι έχουμε υποκύψει, αλλά είναι τόσο ασήμαντες –ως και ντροπιαστικές- που τις κρατάμε για τον εαυτό μας και δεν τις
αναφέρουμε ποτέ. Κι όμως, μην το αρνηθείτε, θα βρείτε πολλές κοινές
εμπειρίες και σίγουρα θα αναγνωρίσετε τον εαυτό σας σε κάποια από τις
κάτω περιστάσεις.
*Συνομιλούμε με κάποιον που μας λέει κάτι σοβαρό (για εκείνον), αλλά μας έρχεται το καταραμένο χασμουρητό. Προσπαθούμε να το πνίξουμε, με αποτέλεσμα να μοιάζουμε σαν να έχουμε κάνει τρία μπότοξ και να έχουμε πάθει εγκεφαλικό στο καπάκι, αλλά νομίζουμε πως κρύψαμε επιτυχώς την νύστα μας.
*Το τηλέφωνο χτυπά και μας ξυπνά, αλλά πρέπει να απαντήσουμε. Βήχουμε για να καθαρίσει η φωνή μας, και απαντάμε παίρνοντας το σοβαρό μας ύφος. Το αποτέλεσμα είναι να ακουγόμαστε σαν μαστουρωμένοι τηλεφωνητές, όσο κι αν προσπαθούμε για το αντίθετο.
*Τρώμε πρώτα την ...
κόρα του τοστ και μετά την ψίχα. Για τον ίδιο λόγο, σε κάθε πιάτο αφήνουμε για το τέλος αυτό που θεωρούμε το καλύτερο, και πάντα κάποιος βρίσκεται να έρθει να το αρπάξει και να το καταβροχθίσει λέγοντας «μα είδα ότι δεν το τρως αυτό το κομμάτι».
*Όλοι έχουμε σκίσει κάποια στιγμή στην παιδική (και όχι μόνο) ηλικία το χάρτινο τραπεζομάντιλο της ταβέρνας και έχουμε κάνει «μίγματα» με τα απομεινάρια του φαγητού, κάτι που για κάποιο λόγο μας φαινόταν ξεκαρδιστικό.
*Ήταν στο ίδιο τραπέζι, όπου καθόμασταν με τους υπόλοιπους «μικρούς», ενώ οι «μεγάλοι» της οικογένειας σε κάποιο άλλο, ένας παππούς ή θείος ερχόταν και έλεγε «εγώ θα κάτσω με τη νεολαία» και μας την έσπαγε.
*Όταν βρεθήκαμε μόνοι μας σε δημόσιο χώρο, π.χ. σε κάποιο πάρτι ή σε ένα bar, βγάλαμε το κινητό μας και κάναμε πως μόλις λάβαμε μήνυμα στο οποίο πρέπει να απαντήσουμε.
*Έχουμε σκοντάψει και έχουμε πέσει φαρδιά πλατιά στον δρόμο και σηκωθήκαμε σαν ελατήρια για να δούμε αν υπήρξαν μάρτυρες στην πτώση μας. Αν υπήρχαν κοκκινίζουμε σαν παντζάρια, αν όχι σφυρίζουμε αδιάφορα όσο τινάζουμε διακριτικά το παλτό μας.
*Έχουμε ανοίξει το ψυγείο χωρίς να θέλουμε κάτι συγκεκριμένο, καθίσαμε μπροστά του κοιτάζοντας το άπειρο, ψαχουλέψαμε τα πάντα, αποφασίσαμε ότι δεν θέλουμε τίποτα, το κλείσαμε, και μετά από λίγα λεπτά, να ‘μαστε πάλι μπροστά του.
*Έχουμε υποκριθεί πως καπνίζουμε πουράκι σοκολάτας.
*Έχουμε αρχίσει από την βιασύνη μας να πληκτρολογούμε την διεύθυνση μιας ιστοσελίδας χωρίς να κοιτάζουμε. Μόλις το κάνουμε βλέπουμε πως έχουμε γράψει «ςςς.φαψεβοοκ…».
*Κοιτάζουμε το ρολόι για να δούμε τι ώρα είναι. Και διαπιστώνουμε ότι δεν προσέξαμε τι ώρα είναι. Και το ξανακοιτάζουμε.
*Περπατάμε στο πεζοδρόμιο, προσπαθώντας να πατήσουμε μόνο στο εσωτερικό και όχι στο περίγραμμα από τις πλάκες. Αλλά πάντα είναι ακατόρθωτο.
*Έχουμε ψάξει επί πολλή ώρα τα κλειδιά μας, έχουμε αναστατώσει όλο το δωμάτιο, έχουμε χαλάσει την διάθεσή μας από το βρισίδι, και τελικά τα κλειδιά τα είχαμε εξ αρχής στα χέρια μας.
*Ακούμε ένα τραγούδι στη διαπασών και τραγουδάμε εξίσου δυνατά μαζί του. Ξαφνικά για κάποιο λόγο το τραγούδι σταματά και μένει μόνο ο ήχος από το δικό μας παράφωνο λαρύγγι, και από φόβο μήπως βρίσκεται κάποιος κοντά, επιχειρούμε ένα γρήγορο fade out με παράλληλο σκανάρισμα του χώρου γύρω μας.
*Αγοράζουμε καινούριο κινητό, αλλά αρνούμαστε επί πολλές ημέρες να αφαιρέσουμε την ζελατίνα από την οθόνη του. Όταν όμως το κάνουμε είναι ίσως η πιο απολαυστική στιγμή της ημέρας.
*Το μενού έχει κοφτό μακαρονάκι, και πάντα προσπαθούμε να περάσουμε όσα περισσότερα μπορούμε στα δόντια του πιρουνιού μας.
*Διαβάζουμε ένα κείμενο ή ένα βιβλίο, φτάνουμε στο τέλος της σελίδας και διαπιστώνουμε ότι δεν έχουμε καταλάβει τι διαβάζαμε γιατί το μυαλό μας ήταν αλλού, κι έτσι ξαναρχίζουμε από την αρχή.
*Όταν αγοράζουμε ένα καινούριο βιβλίο ή περιοδικό, πρώτα μυρίζουμε τις σελίδες του.
*Ξέρουμε ότι δεν πρέπει να ξυστούμε όταν μας τσιμπά ένα κουνούπι. Επειδή δεν μπορούμε να αντισταθούμε, αρχίζουμε να ξύνουμε το δέρμα μας γύρω-γύρω. Τελικά, δεν αντέχουμε και ξύνουμε με μανία το «επίμαχο» σημείο μέχρι να ματώσει. Και φυσικά, σκοτώνουμε το κουνούπι στον τοίχο, αφήνοντάς το εκεί με τα αίματα για παραδειγματισμό.
*Βρισκόμαστε σε ένα club ή ένα bar όπου ο DJ πειραματίζεται με τα όρια των decibel, ενώ κάποιος προσπαθεί να μας μιλήσει, φωνάζοντας μέσα στο αυτί μας. Φυσικά, δεν καταλαβαίνουμε τίποτα, αλλά κουνάμε πάντα καταφατικά το κεφάλι μας και στην συνέχεια λέμε κάτι απροσδιόριστο ως απάντηση, και ο άλλος αντιδρά με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
*Πέφτουμε να κοιμηθούμε, αναποδογυρίζουμε το μαξιλάρι για να ξαπλώσουμε από την κρύα πλευρά, αφήνουμε το ένα μας πόδι ξεσκέπαστο και όταν τελικά μας παίρνει ο ύπνος, ξυπνάμε με ένα απότομο τράνταγμα που μας κάνει να σπαρταράμε.
*Αυτό αφορά τις γυναίκες της παρέας: Όλες κάποια στιγμή έχετε σκεφτεί αν ταιριάζει το επώνυμο ενός άνδρα που σας αρέσει με το όνομά σας, κάνοντας πρόβα για το μελλοντικό σας ονοματεπώνυμο.
*Συνομιλούμε με κάποιον που μας λέει κάτι σοβαρό (για εκείνον), αλλά μας έρχεται το καταραμένο χασμουρητό. Προσπαθούμε να το πνίξουμε, με αποτέλεσμα να μοιάζουμε σαν να έχουμε κάνει τρία μπότοξ και να έχουμε πάθει εγκεφαλικό στο καπάκι, αλλά νομίζουμε πως κρύψαμε επιτυχώς την νύστα μας.
*Το τηλέφωνο χτυπά και μας ξυπνά, αλλά πρέπει να απαντήσουμε. Βήχουμε για να καθαρίσει η φωνή μας, και απαντάμε παίρνοντας το σοβαρό μας ύφος. Το αποτέλεσμα είναι να ακουγόμαστε σαν μαστουρωμένοι τηλεφωνητές, όσο κι αν προσπαθούμε για το αντίθετο.
*Τρώμε πρώτα την ...
κόρα του τοστ και μετά την ψίχα. Για τον ίδιο λόγο, σε κάθε πιάτο αφήνουμε για το τέλος αυτό που θεωρούμε το καλύτερο, και πάντα κάποιος βρίσκεται να έρθει να το αρπάξει και να το καταβροχθίσει λέγοντας «μα είδα ότι δεν το τρως αυτό το κομμάτι».
*Όλοι έχουμε σκίσει κάποια στιγμή στην παιδική (και όχι μόνο) ηλικία το χάρτινο τραπεζομάντιλο της ταβέρνας και έχουμε κάνει «μίγματα» με τα απομεινάρια του φαγητού, κάτι που για κάποιο λόγο μας φαινόταν ξεκαρδιστικό.
*Ήταν στο ίδιο τραπέζι, όπου καθόμασταν με τους υπόλοιπους «μικρούς», ενώ οι «μεγάλοι» της οικογένειας σε κάποιο άλλο, ένας παππούς ή θείος ερχόταν και έλεγε «εγώ θα κάτσω με τη νεολαία» και μας την έσπαγε.
*Όταν βρεθήκαμε μόνοι μας σε δημόσιο χώρο, π.χ. σε κάποιο πάρτι ή σε ένα bar, βγάλαμε το κινητό μας και κάναμε πως μόλις λάβαμε μήνυμα στο οποίο πρέπει να απαντήσουμε.
*Έχουμε σκοντάψει και έχουμε πέσει φαρδιά πλατιά στον δρόμο και σηκωθήκαμε σαν ελατήρια για να δούμε αν υπήρξαν μάρτυρες στην πτώση μας. Αν υπήρχαν κοκκινίζουμε σαν παντζάρια, αν όχι σφυρίζουμε αδιάφορα όσο τινάζουμε διακριτικά το παλτό μας.
*Έχουμε ανοίξει το ψυγείο χωρίς να θέλουμε κάτι συγκεκριμένο, καθίσαμε μπροστά του κοιτάζοντας το άπειρο, ψαχουλέψαμε τα πάντα, αποφασίσαμε ότι δεν θέλουμε τίποτα, το κλείσαμε, και μετά από λίγα λεπτά, να ‘μαστε πάλι μπροστά του.
*Έχουμε υποκριθεί πως καπνίζουμε πουράκι σοκολάτας.
*Έχουμε αρχίσει από την βιασύνη μας να πληκτρολογούμε την διεύθυνση μιας ιστοσελίδας χωρίς να κοιτάζουμε. Μόλις το κάνουμε βλέπουμε πως έχουμε γράψει «ςςς.φαψεβοοκ…».
*Κοιτάζουμε το ρολόι για να δούμε τι ώρα είναι. Και διαπιστώνουμε ότι δεν προσέξαμε τι ώρα είναι. Και το ξανακοιτάζουμε.
*Περπατάμε στο πεζοδρόμιο, προσπαθώντας να πατήσουμε μόνο στο εσωτερικό και όχι στο περίγραμμα από τις πλάκες. Αλλά πάντα είναι ακατόρθωτο.
*Έχουμε ψάξει επί πολλή ώρα τα κλειδιά μας, έχουμε αναστατώσει όλο το δωμάτιο, έχουμε χαλάσει την διάθεσή μας από το βρισίδι, και τελικά τα κλειδιά τα είχαμε εξ αρχής στα χέρια μας.
*Ακούμε ένα τραγούδι στη διαπασών και τραγουδάμε εξίσου δυνατά μαζί του. Ξαφνικά για κάποιο λόγο το τραγούδι σταματά και μένει μόνο ο ήχος από το δικό μας παράφωνο λαρύγγι, και από φόβο μήπως βρίσκεται κάποιος κοντά, επιχειρούμε ένα γρήγορο fade out με παράλληλο σκανάρισμα του χώρου γύρω μας.
*Αγοράζουμε καινούριο κινητό, αλλά αρνούμαστε επί πολλές ημέρες να αφαιρέσουμε την ζελατίνα από την οθόνη του. Όταν όμως το κάνουμε είναι ίσως η πιο απολαυστική στιγμή της ημέρας.
*Το μενού έχει κοφτό μακαρονάκι, και πάντα προσπαθούμε να περάσουμε όσα περισσότερα μπορούμε στα δόντια του πιρουνιού μας.
*Διαβάζουμε ένα κείμενο ή ένα βιβλίο, φτάνουμε στο τέλος της σελίδας και διαπιστώνουμε ότι δεν έχουμε καταλάβει τι διαβάζαμε γιατί το μυαλό μας ήταν αλλού, κι έτσι ξαναρχίζουμε από την αρχή.
*Όταν αγοράζουμε ένα καινούριο βιβλίο ή περιοδικό, πρώτα μυρίζουμε τις σελίδες του.
*Ξέρουμε ότι δεν πρέπει να ξυστούμε όταν μας τσιμπά ένα κουνούπι. Επειδή δεν μπορούμε να αντισταθούμε, αρχίζουμε να ξύνουμε το δέρμα μας γύρω-γύρω. Τελικά, δεν αντέχουμε και ξύνουμε με μανία το «επίμαχο» σημείο μέχρι να ματώσει. Και φυσικά, σκοτώνουμε το κουνούπι στον τοίχο, αφήνοντάς το εκεί με τα αίματα για παραδειγματισμό.
*Βρισκόμαστε σε ένα club ή ένα bar όπου ο DJ πειραματίζεται με τα όρια των decibel, ενώ κάποιος προσπαθεί να μας μιλήσει, φωνάζοντας μέσα στο αυτί μας. Φυσικά, δεν καταλαβαίνουμε τίποτα, αλλά κουνάμε πάντα καταφατικά το κεφάλι μας και στην συνέχεια λέμε κάτι απροσδιόριστο ως απάντηση, και ο άλλος αντιδρά με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
*Πέφτουμε να κοιμηθούμε, αναποδογυρίζουμε το μαξιλάρι για να ξαπλώσουμε από την κρύα πλευρά, αφήνουμε το ένα μας πόδι ξεσκέπαστο και όταν τελικά μας παίρνει ο ύπνος, ξυπνάμε με ένα απότομο τράνταγμα που μας κάνει να σπαρταράμε.
*Αυτό αφορά τις γυναίκες της παρέας: Όλες κάποια στιγμή έχετε σκεφτεί αν ταιριάζει το επώνυμο ενός άνδρα που σας αρέσει με το όνομά σας, κάνοντας πρόβα για το μελλοντικό σας ονοματεπώνυμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου